1964-88 Ο Γ. Βακιρτζής έγραψε και αναπόλησε

Το 1966 ο Γ. Βακιρτζής εμπιστεύεται ένα δακτυλογραφημένο κείμενό του (T.1) στο Φραντζή Φραντζισκάκη, εκδότη του περιοδικού ΖΥΓΟΣ κι εκείνος, στο τεύχος 3 της ίδιας χρονιάς (T.2), δημοσιεύει στις σελίδες 50-59 αποσπάσματα από αυτό, με φροντίδα και σεβασμό προς το πρωτότυπο, εμπλουτίζοντάς το με φωτογραφίες και με αναπαραγωγές Μακετών και τμημάτων Γιγαντοαφισών του Γ.Β.

To άρθρο είχε τίτλο «Γιγαντοαφφίσσες του Γιώργου Βακιρτζή» και υπότιτλο «Μία αποκλειστικά ελληνική επίτευξη οι γιγαντοαφφίσσες του Γ. Βακιρτζή για προσόψεις κινηματογράφων».

T.1

T.2

 

 

 

 

 

 

 

Στη συνέχεια, με τους συνεργάτες του Κώστα Τζιμούλη και Παναγιώτη Γράββαλο ετοιμάζει και εκδίδει το βιβλίο Γιγαντοαφίσσες Κινηματογράφου του Γιώργου Βακιρτζή με κείμενα των Erberto Carboni, Άγγελου Προκοπίου, Αλέκου Κοντόπουλου, Γιάννη Μόραλη, Παναγιώτη Γράββαλου και δικά του (βλ. εξώφυλλο του βιβλίου και επιλεγμένες σελίδες εδώ:  ).

Πρόκειται για ένα «οδοιπορικό» στη Γιγαντοαφίσα, ένα Λεύκωμα διαστ. 28,5×24,5 εκ., με πρωτοποριακή για την εποχή του σελιδοποίηση, ένα «Πανόραμα» των εργασιών του Γ. Βακιρτζή για τον Κινηματογράφο: Φωτογραφικές αναπαραγωγές Γιγαντοαφισών του, μακέτες και σχέδια προετοιμασίας τους, φωτογραφίες από προσόψεις κινηματογραφικών αιθουσών με αναρτημένες Γιγαντοαφίσες του, καθώς και ενημερωτικά κείμενά του, τεχνικά και πληροφοριακά.

Κυκλοφόρησε πανόδετο από την Εκδοτικόν Κέντρον Ε.Π.Ε., καθώς και στην αγγλική γλώσσα. Ο τύπος της εποχής το παρουσίασε με εκτενή δημοσιεύματα.

Ο Δημήτρης Πικιώνης (1887 -1968) έστειλε στο Γιώργο Βακιρτζή ένα κειμενό του, μία ενθουσιώδη κριτική, που τελικά δεν πρόλαβε την έκδοση του βιβλίου. Το ανέκδοτο αυτό κείμενο, παρουσιάζουμε σε φωτοαντιγραφική αναπαραγωγή.

Το διάστημα 1962-1974, με συνεργάτες και πάλι τους Παναγιώτη Γράββαλο και Κώστα Τζιμούλη, προετοιμάζουν το Τόμο-Λεύκωμα Η λαϊκή επιγραφή στην Ελλάδα (εκδ. Παπαστράτος ΑΒΕΣ, 1974). Σε αυτό, ο Γ.Βακιρτζής «παγώνει» επιλεκτικά τη βιοποριστική πινελιά παλαιότερων ζωγράφων επιγραφοποιών με τη καταγραφή –σε καρέ σελίδας– των διαφημιστικών επιγραφών (ταμπελών) από καταστήματα και εμπορικές επιχειρήσεις όλης της Ελλάδας. Έχοντας πάντα στο φωτογραφικό του φακό ένα πλάνο πρόσοψης μιας κινηματογραφικής αίθουσας…

Στον πρόλογο της έκδοσης, ο Γ.Β. αναφέρεται στις αναμνήσεις του από το Θεόφιλο:
…Μ’ έστειλε να του πάρω σκόνες χρώματα, γάλα και ζάχαρη απ’ την αγορά. Ύστερα μου γύρεψε νερά και τενεκάκια. Έτσι έκανε τα χρώματα για τα σανίδια και τα ντουβάρια. Εγώ τον έπαιρνα από πίσω και τούκλεβα τις μαστοριές του κι αυτός χαιρότανε σαν παιδί. Πότε πότε σιγοτραγουδούσε. Κατά τα άλλα, η συνεννόηση γινόταν με νοήματα. Σιγά και αμίλητα…

      

Το 1974, πάλι ο ΖΥΓΟΣ, στο τεύχος του 10-11, δημοσιεύει ένα κείμενο του Νίκου Κούνδουρου με τίτλο «Ένα ποτάμι που λέγεται Γ. Βακιρτζής» και υπότιτλο «Με αφορμή τα Σχόλιά του. Ζωγραφική από ένα φωτογραφικό στιγμιότυπο».

Η παρουσίαση του φωτογραφικού υλικού που εικονογραφεί το κείμενο (πέντε σελίδες από τις εν συνόλω επτά) θυμίζει αλληλουχία κινηματογραφικών καρέ, με αποκορύφωση το έργο του Απόδραση (Εικ. 1). Οι διαστάσεις του, 187×320 εκ., καταρχήν, το θέμα και ο τρόπος σύνθεσής του φέρνουν αμέσως στη μνήμη τις κινηματογραφικές Γιγαντοαφίσες του. Αυτές, που είχε μεν σταματήσει ήδη πριν από χρόνια να ζωγραφίζει, όμως ήταν πάντα μέσα στη ψυχή του…

Μέρος από το κείμενό του αυτό στο ΖΥΓΟ, ο Ν. Κούνδουρος επαναλαμβάνει το 2007 στο Ονειρεύτηκα πως πέθανα, στις σ. 149-150 (εκδ. Ίκαρος, 2009).

Μέχρι το θάνατό του, ο Γ.Β. παρατηρεί, συγκινείται και γράφει «κείμενα», άλλοτε χρονολογη- μένα και άλλοτε όχι, με κάθε είδους περιεχόμενο, χωρίς πρόθεση να τα δημοσιεύσει. Απλά, για προσωπική του χρήση, όπως σημειώνει η σύζυγός του και ζωγράφος Αλίκη (Γιώργος Βακιρτζής. Όλος ο κόσμος είναι ζωγραφική, εκδ. Καστανιώτη, 1997, σ. 13).

Το 1977 σημειώνει: …Έκτοτε και σε όλες τις επιδόσεις μου στην περιοχή της τέχνης, δεν κρινόμουν από το έργο μου καθαυτό, αν δεν έμπαινε το φίλτρο που προερχόταν από τα πανό του κινηματογράφου… Σε σχόλιά του για έργα του από την ενότητα Σχόλια-Δρώμενα (1975-1978), χρησιμοποιεί τις έννοιες «μπουλούκι» και «θέατρο» (στο ίδιο, σ. 72) αποφεύγοντας τη λέξη «κινηματογράφος»…
Στους Μονολόγους του (1978-1985) σημειώνει:

…Δεκάδες άνθρωποι στέκονταν, προσέρχονταν ή απέρχονταν, μιλώντας, παραμιλώντας και σιωπώντας σ’ ένα βουβό θέατρο. Πιο πολύ σιωπώντας. Βρίσκονταν μετωπικά, πλάγια ή διαγώνια. Σπάνια με τα νώτα. Φρίζα ατέρμονη, χωρίς τελειωμό… (στο ίδιο, σ. 85-89).

Γ. Βακιρτζή, Από κωμική τραγωδία τραγική κωμωδία, Νο. I, 7-2-’86. Mολύβι σε χαρτί, 123×183 εκ., 1986.

error: Content is protected !!