Όμως, λάτρεψα το έργο του και συνομιλώ μαζι του κάθε μέρα...

Πριν από 25 χρόνια, παλιοί συμμαθητές κι αγαπημένοι μεταξύ μας φίλοι εκδώσαμε έναν Κατάλογο-Λεύκωμα με τις Κινηματογραφικές Γιγαντοαφίσες που είχαμε συγκεντρώσει στη δεκαετία του ’50 από κινηματογράφους της Αθήνας, αλλά και της επαρχίας. Οι περισσότερες από αυτές είχαν ταξιδέψει σε δεκάδες σινεμά έξω από την πρωτεύουσα, για να διακοσμήσουν και τις προσόψεις των αιθουσών, χειμερινών και θερινών, δεύτερης ή και τρίτης προβολής, αφού προηγουμένως είχαν χρησιμοποιηθεί στις κεντρικές αίθουσες της Αθήνας.

Σ’ αυτή μας τη διαδρομή γνωρίσαμε, συναντηθήκαμε και συζητήσαμε με πολλά πρόσωπα, ίσως πάρα πολλά, με πολλούς, διάσημους και απλούς –στον Κατάλογό μας του 1994 τους ευχαριστήσαμε σχεδόν όλους. Σήμερα, που οι άνθρωποι αυτοί είναι πολλές εκατοντάδες, συνειδητοποιούμε με άλλο τρόπο τι σημαίνει ένα μωσαϊκό χαράς, ενδιαφερόντων και συγκλονιστικού αποτελέσματος, που φθάνει στη συγκρότηση μιας Συλλογής με μοναδικά items: έργα τέχνης, δημιουργημένα για βιοπορισμό και μόνον, αλλά που εξέφραζαν ταυτόχρονα και τον εσωτερικό κόσμο ανήσυχων ζωγράφων.
Το Γιώργο Βακιρτζή δεν τον γνώρισα προσωπικά. Ο ποιητής Κωστής Βελμύρας (1898-1960) υπήρξε ο πρώτος που μας περιέγραφε με ασυγκράτητο ενθουσιασμό τις εντυπώσεις του από τα «ντεκόρ» του Βακιρτζή που θαύμαζε με πολλούς άλλους ανθρώπους των Γραμμάτων της εποχής του, στους κινηματογράφους της Πανεπιστημίου και στο ΑΤΤΙΚΟΝ της Σταδίου. Όμως, λάτρεψα το έργο του και συνομιλώ μαζί του κάθε μέρα, χωρίς να μου λέει πάντα πού βρίσκεται εκείνη τη στιγμή, μέσα από τους Αετούς της καταραμένης κοιλάδος –Warlock–, τους Κλόουν του, τον Οθέλλο του, τις Ηλέκτρες του, την Αλίκη στο Ναυτικό του, αλλά και μέσα από τις «Λαϊκές Επιγραφές» που φωτογράφισε σε όλη την Ελλάδα, το χαραγμένο «Θεόφιλό» του, τα «Χιονιαδίτικα Ανθίβολα» που έφερε στην Καισαριανή, τα αιματοβαμμένα «Κάγκελα του Πολυτεχνείου», το χρυσό κορμί της «Ελένης», τους «Μονολόγους» του…

Και τον ηρωοποίησα: από τις θύμησες του Μεμά, του Μάριου, της Αλίκης του, την πίκρα του Ανδρεάκου, τον εγωισμό του Κουζούνη, τη νοσταλγία της Λίντας, τα ερωτηματικά του Παπαστάμου, την εκτίμηση της Δημακοπούλου, το θαυμασμό του Κούνδουρου και δύο γενεών του
κινηματογράφου και της ζωγραφικής…
Γι’ αυτό τον πληθωρικό «εξπρεσιονιστή», τον ταχυδακτυλουργό χειριστή του χρωστήρα της ψαρόκολλας, που ξεπέρασε και το δάσκαλό του Αλμαλιώτη, έκανα και εγώ θυσίες στην επαγγελματική μου καριέρα, στα οικονομικά μου και –το δυσκολότερο– σε προσωπικές μου σχέσεις.

Τους σκηνοθέτες της νιότης μου, αυτούς που τώρα πια ο Ριβέλλης «αναπλάθει» για τους νεοτέρους, τους απολάμβανα μέσα στις σκοτεινές αίθουσες, τις «μαγικές», όπως μας τις περιέγραψε ο Φασιανός, στις σε συνεχή ροή προβολής των ταινιών τους στοΑΣΤΥ, όπου προτιμούσα την παράσταση 4 με 6, στο ΑΤΤΙΚΟΝ την 6 με 8, στο ΠΑΝΘΕΟΝ την 8 με 10 και στα REX, ΙΝΤΕΑΛ και ΤΙΤΑΝΙΑ των 10 με12 της Δευτέρας πρωί, αλλά και στο ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ των 2 με 4 ή 10 με 12 βράδυ της Κυριακής και στα «κυριλέ» ΜΑΞΙΜ και ΠΑΛΛΑΣ με τις δεσποινίδες της γενιάς, 6 με 8 ή 8 με 10 κάθε Σάββατο. Κλεφτά και στα ΜΟΝΤΙΑΛ, ΡΟΖΙΚΛΑΙΡ, ΑΛΑΣΚΑ και ΣΤΑΡ.

Ήταν όμως και τα «ντεκόρ» σ’ αυτά τα σινεμά, αυτές οι τοιχογραφίες που ζωγράφισαν οι «Μιχαήλ Άγγελοι» των κινηματογραφικών ’50 και ’60, ο κυρ Στέφανος Αλμαλιώτης, ο Γιώργος Βακιρτζής, τα αδέλφια Κώστας και Γιώργος Κουζούνης, ο Νικόλαος Ανδρεάκος, οι Παναγιωτόπουλος, Φαεινός και, προς το τέλος, οι Μεμάς Τουλιάτος και Μάριος Χονδρογιάννης, που ενέπνευσαν και στον Γαβρά την τόσο χαρακτηριστική του εξομολόγηση:
… Πάντα πίστευα ότι θα ήταν πολύ πιο διασκεδαστικό να φαντασθεί κανείς προκαταβολικά την υπόθεση μιας ταινίας μέσα σ’ ένα ατελιέ ζωγραφικής, παρά να τη στήσει πάνω στα κινηματογραφικά πλατώ…

Η αγάπη μου για την κομματιασμένη Γιγαντοαφίσα, τη μικρή αφίσα της γωνιάς του δρόμου και του γείσου του παραθύρου στο σπίτι το παλιό της Κυψέλης, των Εξαρχείων, της Κουμουνδούρου… με πήγε στα χαρακτικά –τα λιθόγραφα και του ξύλου– και στα γραμματόσημα και, μετά μου άνοιξε τις πόρτες στα σχέδια, τις ακουαρέλες, τις σινικές και σε όλη την αέρινη αυτή δουλειά, την προκαταρκτική για τα «τέρατα» της μεγάλης ζωγραφισμένης επιφάνειας.

Έτσι, όταν αργότερα συνδέθηκα με το Νίκο Κούνδουρο, πλημμύρισα και εγώ από «το Ποτάμι που λέγεται Γ. Βακιρτζής», ενώ με την «Απόδρασή» του διερωτηθήκαμε: …Μπορεί ο κόσμος αυτός να προφητεύη τη καταστροφή, να αυτοκαταστρέφεται και συγχρόνως να είναι ευτυχισμένος; Στους «Κλόουν» του δακρύσαμε και με τους «Μονολόγους» του αυτοκινηματογραφηθήκαμε. Και ήταν για τη «Στέλλα» του Κακογιάννη και του Βακιρτζή που η Μελίνα μας σφράγισε τη προσπάθειά μας για τη συγκέντρωση, συντήρηση, τεκμηρίωση και έκδοση των διακοσίων περίπου Γιγαντοαφισών μας.

Όταν τα όνειρα διοχετεύονταν σε αίθουσες κινηματογράφων, όταν το δάκρυ ‘εκείνης’ κυλούσε από τα μάτια μας και το μαχαίρι ‘εκείνου’ σημάδευε την καρδιά μας, η φυγή άρχιζε από το πρώτο εκείνο βλέμμα που ακουμπούσαμε στις τεράστιες ζωγραφιές στην πρόσοψη του σινεμά και που φορές περνάγαμε για να ξαναδούμε. Η φυγή και το όνειρο συνεχίζονται ακόμα για μερικούς. Και κάποιοι ξεχασμένοι ρομαντικοί ψάχνουν ακόμα στο τέλος του έργου για τη μισοσκισμένη γιγαντοαφίσα.

Συγκεντρώνοντας τις Γιγαντοαφίσες με το Βαγγέλη και το Σπύρο, εντοπίσαμε και ένα σημαντικό αρχειακό υλικό, μέρος του οποίου είχε τεκμηριώσει τη Συλλογή μας HELLAFFI και το υπόλοιπο –με την έγκρισή τους– περιήλθε στην «μανία» μου, που με τον καιρό αυξήθηκε σε επικίνδυνο βαθμό… αυξάνοντας και το περιεχόμενο της STARLETS Collection, διευρύνοντας και τα πολλά θέματα/αντικείμενα για μελέτη.
Μετά το «παρέδωσα» στην Ειρήνη, τον Κώστα, το Μανώλη και το Δημήτρη. Είχε έρθει η σειρά τους να το χαρούν, προετοιμάζοντας συγχρόνως την –στα χέρια σας– έκδοσή του. Ένα ευχαριστώ οφείλω σ’ αυτούς που γνώρισα μέσα στο αφηνιασμένο παιχνίδι μου με τη Γιγαντοαφίσα και τη Λιθογραφική κινηματογραφική Αφίσα, που ζωγράφισαν και χάραξαν ο Γιώργος Βακιρτζής και οι Έλληνες ομότεχνοί του.
Η Αλίκη του, ο Γιώργος, η Ελένη του, ο Μεμάς και ο Μάριος υπήρξαν οι σύνδεσμοί μας με τη μνήμη του.

Η ζωγραφική του Γιώργου Βακιρτζή για τον Κινηματογράφο ζωντανεύει πάντα τις κινηματογραφικές μνήμες όλων των φίλων της μεγάλης έβδομης Τέχνης.

Ευχαριστώ εκείνους που μας έφυγαν ήδη και δεν τους λέω αντίο και εκείνους που συνεχίζουν να με κτυπούν στον ώμο… Είναι, άραγε, πιο πολλοί όσους εδώ ξεχνώ;

Χρήστος Φ. Μαργαρίτης

error: Content is protected !!