ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΚΙΡΤΖΗΣ (Μυτιλήνη 1923 - Αθήνα 1988)

Ο Γιώργος Βακιρτζής εργάστηκε στην αρχή (1936) ως βοηθός του τούρκου Κιαμήλ Νουρ στην Κοκκινιά, το εργαστήριο του οποίου έκανε ταμπέλες, επιγραφές για μαγαζιά, διακοσμήσεις για το τσίρκο, για πανηγύρια, σκηνικά για πλανόδιους θιάσους, καθώς και διαφημιστικές επιγραφές με ασβέστη πάνω σε μανδρότοιχους. Μαζί με τον Κιαμήλ έκανε τις πρώτες διαφημίσεις για τους κινηματογράφους της Κοκκινιάς, πάνω σε χαρτί του μέτρου με χρώματα που αναμειγνύονταν με ψαρόκολλα1. Εντυπωσιασμένος από τα πανώ των κινηματογράφων ΟΡΦΕΥΣ και ΚΡΟΝΟΣ (αργότερα ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ) στο κέντρο της Αθήνας, πληροφορείται ότι πρόκειται για έργα του Στέφανου Αλμαλιώτη. Έτσι το 1938, δεκαπέντε μόλις ετών, γίνεται στην αρχή βοηθός στο εργαστήριο του Αλμαλιώτη, που στεγαζόταν τότε στο εργαστήριο του σκηνογράφου Μήτσου Μακρή, ένα παλιό μηχανουργείο στην οδό Σοφοκλέους.
Εκεί διδάχτηκε την τεχνική της κατασκευής ντεκουπέ2 και τα μυστικά των κατασκευών από μαραγκούς, επιγραφοποιούς και ζωγράφους. Έμαθε να σχεδιάζει συνθέσεις που προέρχονταν απο θέματα φωτογραφιών, να κατασκευάζει υποστρώματα από χαρτί στηριγμένο σε τελάρα διαφόρων σχημάτων και πολύ μεγάλων μεγεθών, έμαθε να μεταφέρει γρήγορα ένα σχέδιο. Με τον καιρό μυήθηκε στις συμπεριφορές των χρωμάτων, στις μείξεις τους, στις διαφοροποιήσεις του τελικού αποτελέσματος. Στηρίχτηκε στην σιγουριά της πινελιάς του και στην αποτελεσματικότητα της χειρονομίας του. Ο Αλμαλιώτης τού δίδαξε την ισορροπία των βασικών στοιχείων της σύνθεσης (κεντρικό μοτίβο, συνθέσεις που πλαισίωναν, χαρακτήρας των γραμμάτων του τίτλου, ονόματα πρωταγωνιστών, θέσεις).
Μαζί του δούλευαν ο Μεμάς –Γεράσιμος Τουλιάτος–, συνεργάτης του για πολλά χρόνια αργότερα, ο Ανδρέας Βαζόπουλος και ο Σίσης-Σισάκ Ετελεκιάν. Αργότερα γνώρισε τον Κώστα Κουζούνη, το Μανώλη Παναγιωτόπουλο, το Βαγγέλη Φαεινό και το Χαράλαμπο Σεράση. Το 1939 ο Αλμαλιώτης αποκτά το δικό του εργαστήριο, πρώτα στην οδό Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, μετά στην οδό Ζωοδόχου Πηγής 15 και, τέλος, στη γωνία με την οδό Ιωάννου Μεταξά στα Εξάρχεια.

Στο εργαστήρι του Γ.Β. στη Χρ. Λαδά. Από αριστερά: Μ. Χονδρογιάννης, Γερ. Τουλιάτος, Γ. Βακιρτζής, Ν. Τζιμούλης.

Η παιδεία του Βακιρτζή συμπληρώθηκε με τη φοίτησή του στη Σχολή Καλών Τεχνών (1939-1946), μετά από επιμονή του ίδιου του Αλμαλιώτη. Ο Βακιρτζής προσλαμβάνεται από την εταιρεία διανομής ταινιών «Σπύρος Δ. Σκούρας», που διαχειριζόταν τον κινηματογράφο ΑΤΤΙΚΟΝ, για το σχεδιασμό του διαφημιστικού υλικού της εταιρείας. Το 1948 οργάνωσε το δικό του εργαστήριο στην αυλή πίσω από το ΑΤΤΙΚΟΝ, στην οδό Χρήστου Λαδά 11. Το 1952-1953 παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών στο Παρίσι και ταξίδεψε μέχρι τη Βαρκελώνη, όπου οι ισπανοί συνάδελφοί του τού δίδαξαν την τεχνική του «πιστολέ»3. Με αυτή τη τεχνική εργάστηκε στην Αθήνα το 1953-1954. Το 1960 μετέφερε το εργαστήριό του στη λεωφόρο Αμαλίας και εκεί σταματά να ζωγραφίζει Γιγαντοαφίσες, το 1968.
Όπως φαίνεται στα κείμενά του, αλλά και από την πορεία που ακολουθεί μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, μοιάζει να θέλει, τα πρώτα τουλάχιστον χρόνια, να πάρει αποστάσεις από τη δουλειά του στη Γιγαντοαφίσα. Αυτό φαίνεται στις θεματικές του ενότητες Ανασκαφές (1964-1966) και Ειρωνείες και Επικλήσεις (1967-1969). Αργότερα αρχίζει ασυναίσθητα να επανέρχεται και αυτό γίνεται σαφές κυρίως στην ενότητα Αντανακλάσεις (1972-1973). Μέσα από τις πολλές και διαφορετικές θεματικές ενότητες της ζωγραφικής του μοιάζει να προσπαθεί συνειδητά να στρέψει το ενδιαφέρον του σε άλλα θέματα, μέσα από το σχέδιο, το χρώμα και την ιδιαίτερη οπτική του. Αυτό έγινε αρχικά μέσα από τον τρόπο γραφής του με την προβολή μεμονωμένων μορφών μπροστά σε πολυπρόσωπες συνθέσεις, αργότερα και με τη θεματολογία του, με τη μεταφορά και την επαναχρησιμοποίηση γνωστών και χαρακτηριστικών μοτίβων από έργα μεγάλων ζωγράφων του παρελθόντος (Το έργο του Ραφαήλ Η Σχολή των Αθηνών αποτέλεσε τον πυρήνα της θεματικής ενότητας Σχόλια- Δρώμενα,1975-1977)4, με την απομόνωση ντοκουμέντων από την ειδησεογραφία των εφημερίδων5 ή με την ολοένα και συχνότερη χρήση της φωτογραφίας ως υλικού6.
Στοιχεία σαν και αυτά μεταμορφώθηκαν σε πυρήνες ολόκληρων θεματικών κύκλων του ζωγράφου στη δεκαετία του ’70 και του ’80. Στη συνέχεια επαναχρησιμοποιεί όλο και περισσότερο τη σχετική, ως προς τις πηγές με τον κινηματογράφο θεματολογία και την εντάσσει σε ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο (Χρυσή δουλειά, 1971-1973 και κυρίως Σχόλια-Δρώμενα, 1975-1977).
Δεν θα ήταν δίκαιο να επωμιστεί ο καλλιτέχνης την ευθύνη για το γεγονός ότι δεν συνειδητοποίησε ο ίδιος την ουσιαστική συμβολή του στη Γιγαντοαφίσα. Τα έργα αυτά ήταν στην κυριολεξία εφήμερα. Χρειάστηκαν περισσότερα από είκοσι χρόνια και ιδιαίτερο πείσμα από όλα τα μέλη της Ομάδας Hellaffi7, που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’70, για να διασωθούν υπολείμματα συνθέσεων Γιγαντοαφισών, τα οποία είχαν φυλαχθεί εντελώς τυχαία σε αποθήκες κινηματογράφων στην Αθήνα, τον Πειραιά αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Και μάλιστα κινηματογράφων, που στις δεκαετίες του ’70 και του ’80 δεν είχαν ακόμα κατεδαφιστεί ή μετατραπεί σε πολυκαταστήματα. Η αναγνώριση της καλλιτεχνικής αξίας αυτών των έργων στο σύνολό τους αποκαλύφθηκε μετά την αποκατάστασή τους8 και μετά από μια σειρά εκθέσεων που οργάνωσε η Ομάδα Hellaffi στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, κυρίως όμως στο Παρίσι, τη Βενετία, το Λονδίνο, το Μόναχο, τη Φραγκφούρτη και την Κύπρο. Λειτουργώντας μέσα σε αυτό το διαφορετικό πλαίσιο, τα έργα πρόβαλλαν την ποιότητά τους, και το κοινό είχε τώρα την ευκαιρία να τα δει για πρώτη φορά από κοντινή απόσταση και, κυρίως, να τα αντιμετωπίσει ως ανεξάρτητα, αυτόνομα έργα ζωγραφικής.

Την ευθύνη της αναγνώρισης της προσφοράς του Βακιρτζή στη Γιγαντοαφίσα είχαν αναλάβει άνθρωποι που αγαπούσαν εξίσου τον Κινηματογράφο και τη Ζωγραφική.

E.O.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Για την τεχνική της ψαρόκολλας βλ. Γιγαντοαφίσσες κινηματογράφου του Γιώργου Βακιρτζή, Αθήνα χ.χρ. [1968], σ. 114
2 Για την τεχνική των ντεκουπέ βλ. στο ίδιο, σ. 45 και στον παρόντα τόμο, σ. 236-237.
3 Για την τεχνική του «πιστολέ» βλ. στο ίδιο, σ. 71 και στον παρόντα τόμο, σ. 232.
4 Γιώργος Βακιρτζής, Αθήνα χ.χρ. [1989], σ. 159-193.
5 Πολύ σημαντικό κεντρικό μοτίβο στην ίδια ενότητα αποτέλεσε μια φωτογραφία από αγγλική εφημερίδα με έναν νέο που έκανε streaking (τρέξιμο διαμαρτυρίας γυμνός σε δημόσιο χώρο) και αναδημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΖΥΓΟΣ, τχ. 10-11/1974, σ. 48.
6 Ν. Κούνδουρος, «Ένα ποτάμι που λέγεται Γ. Βακιρτζής», στο ίδιο, σ. 46-48. Βλ. και στον παρόντα τόμο, σ. 249.
7 Χ. Μαργαρίτης (επιμ.), Γιγαντοαφίσες από κινηματογράφους της Αθήνας 1950-1975. Συλλογή Hellaffi, Αθήνα 1993, σ. 21-22.
8 Τη συντήρηση των έργων ανέλαβε ο ζωγράφος και συνεργάτης του Βακιρτζή, Μάριος Χονδρογιάννης.

Ίχνος από δοκιμαστική πινελιά του Γ.Β. με ψαρόκολλα, στην πίσω πλευρά του χαρτονιού της Mακέτας VGM.49 (περ. 1953).

error: Content is protected !!