Το σύνολο των εργασιών που περιλαμβάνονταν στις ζωγραφικές διαφημιστικές εργασίες, για κάθε νέα κινηματογραφική ταινία πρώτης προβολής, βασιζόταν κυρίως στο πρωτογενές υλικό, τα λεγόμενα «ντοκουμέντα». Αυτά ήταν φωτογραφικό υλικό, που παραλάμβαναν τα εργαστήρια από τους διανομείς των ταινιών. Για τη δημιουργία των Γιγαντοαφισών, αυτό το υλικό παραδινόταν συνήθως κάθε Παρασκευή απόγευμα, για να ετοιμαστούν και να αναρτηθούν την Κυριακή το βράδυ. Για τις λοιπές εργασίες, αν υπήρχε τέτοια πρόβλεψη, το υλικό έφτανε στο εργαστήριο του ζωγράφου αρκετές ημέρες νωρίτερα. Με βάση το υλικό αυτό έπρεπε να δημιουργηθεί ένας ολόκληρος κόσμος ζωγραφικός, το ιδεωδέστερο δηλαδή πλαίσιο, για την προώθηση της συγκεκριμένης ταινίας.
Οι πρώτες ταινίες που διαφημίστηκαν ήταν ασπρόμαυρες: ασπρόμαυρο πάντα και το φωτογραφικό υλικό που παραλάμβανε ο καλλιτέχνης και το συνεργείο του. Άρα, έπρεπε να μεταμορφώσει ένα ουδέτερο χρωματικά υλικό πληροφοριών σε ένα έργο-μαγνήτη. Έπρεπε να το μεταφέρει με οικονομία σε ένα χώρο συχνά δύσκολο από πλευράς μεγέθους ή αναλογιών και να το προσαρμόσει στις επιφάνειες των μετοπών στις προσόψεις των κινηματογράφων, για τους οποίους προοριζόταν η διαφημιστική Γιγαντοαφίσα (ATTIKON, REX, ΠΑΝΘΕΟΝ, ΚΟΤΟΠΟΥΛΗ, ΑΠΟΛΛΩΝ), σε αυτές που είχαν γίνει ο μόνιμος καμβάς για τα έργα του (Εικ. 13). Είχε όμως συνήθως την ευχέρεια να τον ξεπεράσει, να τον διανθίσει, να τον αλλάξει εντελώς, δημιουργώντας μια νέα «πραγματικότητα». Τα κτήρια που συνόρευαν με τον κινηματογράφο και η ατμόσφαιρα της πόλης, που άλλαζε ανάλογα με τις εποχές, αποτελούσαν το φυσικό πλαίσιο για τις συνθέσεις του.
Η εμπειρία του να επιλέγει τη φωτογραφία με το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και με την ισχυρότερη εντύπωση, του εξασφάλιζε τον πυρήνα της σύνθεσης. Οι παραπληρωματικές συνθέσεις που πλαισίωναν τις κύριες μορφές πολύ συχνά έδιναν την αίσθηση της ταινίας, ενώ σπάνια εικονογραφούσαν κάτι συγκεκριμένο.

Το τμήμα της πρόσοψης του κινηματογράφου ΑΤΤΙΚΟΝ, το προορισμένο για την τοποθέτηση της Γιγαντοαφίσας που διαφήμιζε την προβαλλόμενη ταινία.
Τις περισσότερες φορές ο Γιώργος Βακιρτζής ξεπερνούσε τα όρια του ορθογωνίου, για να κάνει εντυπωσιακότερο το θέαμα .